Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Κυπριακές βιβλιοθήκες: παρελθόν, παρόν και μέλλον

Από το μπλογκ του Καθ. Π. Παπαπολυβίου (Δεκ. 2018 - αλλά πάντα επίκαιρο...)
Τα εγκαίνια του εντυπωσιακού κτιρίου της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κύπρου αποτελούν σημαντικό σταθμό στην ιστορία των κυπριακών βιβλιοθηκών και μεγάλο γεγονός για την πνευματική και πολιτιστική ζωή του τόπου. Τύχη αγαθή, η λειτουργία του νέου κτιρίου της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης στη Λευκωσία, συνέπεσε χρονικά με την επιστροφή και πάλι, ύστερα από την κτιριακή ανακαίνιση, της Δημοτικής Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης Λεμεσού στο πανέμορφο Μέγαρο Πιλαβάκη, αλλά και την κυκλοφορία ενός σημαντικού βιβλίου για την ιστορία της, από τον Ανδρέα Μακρίδη, με τίτλο «Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Λεμεσού. Η ίδρυση και η πορεία της διαμέσου των χρόνων» (Λευκωσία: «Εν Τύποις», 2018).
Αν επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε τους κύριους σταθμούς στην ιστορία των δημόσιων βιβλιοθηκών στη νεότερη Κύπρο θα σταθούμε στις βιβλιοθήκες των Ελληνικών Σχολών του 19ου αιώνα, κυρίως της Λευκωσίας και της Λεμεσού. Στην πρωτεύουσα, η καταστροφική πυρκαγιά του 1920 που αποτέφρωσε το Παγκύπριο Γυμνάσιο, κατέστρεψε ολοκληρωτικά τα βιβλία της παλιάς βιβλιοθήκης, στερώντας μας από πολύτιμα τεκμήρια του 19ου αιώνα και προηγούμενων εποχών. Η λειτουργία της Σεβερείου Βιβλιοθήκης, το 1949, προίκισε το Παγκύπριο με την πιο σημαντική σχολική βιβλιοθήκη, που προκάλεσε στην εποχή της ανάλογο ενθουσιασμό με την πρόσφατη γενική ευφορία από τη γενναία δωρεά της οικογένειας Ιωάννου για την ανέγερση του κτιρίου της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Αντίστοιχα, σημαντικές βιβλιοθήκες διέθεταν η Αρχιεπισκοπή, οι Μητροπόλεις και οι μεγάλες μονές. Για διάφορους λόγους, όμως, στις μέρες μας διασώθηκαν μόνο μικρά τμήματα από το σύνολο των παλαιών βιβλίων τους, με πιο σημαντική, σήμερα, τη Βιβλιοθήκη του Κέντρου Μελετών της Μονής Κύκκου, που δημιουργήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Ακόμη χειρότερη τύχη στην πορεία του χρόνου, κατά κανόνα, είχαν οι βιβλιοθήκες των αναγνωστηρίων και των πρώτων συλλόγων των πόλεων.
Στον 20ό αιώνα, το 1927, ο κυβερνήτης Ronald Storrs, ο πιο λόγιος κυβερνήτης της Αγγλοκρατίας, με μεγάλη αγάπη για το βιβλίο, ίδρυσε τη δημόσια βιβλιοθήκη στη Λευκωσία, τη βάση για τη σημερινή κρατική «Κυπριακή Βιβλιοθήκη». Μάλιστα, πρότεινε για τη διεύθυνσή της έναν άλλο φανατικό βιβλιόφιλο, δημιουργό μιας από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές βιβλιοθήκες του νησιού, τον δικηγόρο Αχιλλέα Αιμιλιανίδη, που όπως ήταν αναμενόμενο αρνήθηκε. Έξι χρόνια αργότερα,  το 1933, ιδρύθηκε από την εκκλησία της Φανερωμένης και μια ομάδα σημαντικών λογίων της πρωτεύουσας, η βιβλιοθήκη της Φανερωμένης, η πιο σπουδαία ελληνική δημόσια βιβλιοθήκη του νησιού, που γνώρισε τη μέγιστη ακμή της κατά την περίοδο 1935-1960. Μετά τη μεταφορά της στα υπόγεια της Αρχιεπισκοπής, επί των ημερών του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄, συμπτύχθηκε με τις βιβλιοθήκες της Αρχιεπισκοπής και της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών και μετονομάστηκε σε βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄.
Τις δυο μεσοπολεμικές βιβλιοθήκες μιμήθηκαν τα Δημαρχεία των πόλεων, μετά την επανάληψη των δημοτικών εκλογών, στη δεκαετία του 1940. Οι πιο σημαντικές δημοτικές βιβλιοθήκες ήταν της Λεμεσού, που ιδρύθηκε από τον Πλουτή Σέρβα, της Αμμοχώστου, από τον Αδάμ Αδάμαντος, και της Πάφου, από τον Χριστόδουλο Γαλατόπουλο. Στην Αμμόχωστο υπήρχε και η πιο σημαντική ιδιωτική βιβλιοθήκη του νησιού, του Μήτσου Ν. Γ. Μαραγκού, που  λεηλατήθηκε μεθοδικά από τους Τούρκους εισβολείς το 1974, στα πρότυπα ανάλογων ναζιστικών «επιχειρήσεων», στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, εναντίον της εβραϊκής πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Άλλες σπουδαίες ιδιωτικές βιβλιοθήκες είναι στη Λάρνακα οι βιβλιοθήκες Πιερίδη και Φοίβου Σταυρίδη και στη Λευκωσία του Θεόδωρου Παπαδόπουλλου.
Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει αισθητά στον χώρο των βιβλιοθηκών μετά την ίδρυση των πανεπιστημίων στην Κύπρο. Σε όλες, πανεπιστημιακές και μη, εργάζονται δεκάδες βιβλιοθηκονόμοι. Σχεδόν όλοι με σχετικά πτυχία, αφοσίωση, τεχνογνωσία και ενθουσιασμό. Όμως τα προβλήματα συνεχίζουν να υπάρχουν με πιο φλέγοντα την έλλειψη συνεργασίας και την ασυνεννοησία μεταξύ των βιβλιοθηκών, τη μεγάλη καθυστέρηση στην ψηφιοποίηση, την τραγική μείωση των κονδυλίων για αγορά βιβλίων και συνδρομές σε ηλεκτρονικές βάσεις.
Στα χρόνια μέχρι και το 1960, όταν ο απλός κόσμος συνέρρεε διψασμένος για γνώση στις κυπριακές βιβλιοθήκες, αυτές συνδέθηκαν με τα λιγοστά πρόσωπα που τις υπηρετούσαν. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά του ιστορικού κτιρίου της Βιβλιοθήκης της Φανερωμένης ακούς να αντηχεί το κρυστάλλινο γέλιο του αείμνηστου Κωνσταντίνου Χατζηψάλτη, ενώ στη Λεμεσό η Δημοτική Βιβλιοθήκη είχε τη σφραγίδα του Νικόλα Ξιούτα και ταυτίστηκε για γενιές αναγνωστών με τη γλυκειά μορφή της Λευκής Κυριακίδου. Και αντίστοιχα στην Αμμόχωστο, με τον Γιώργο Φ. Πιερίδη. Μαζί με τους μεγάλους ευεργέτες ας θυμόμαστε και τους σκαπανείς και τους αφανείς ανθρώπους των βιβλιοθηκών μας.
Δημοσιεύθηκε και στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος», στις 22 Δεκεμβρίου 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Αναγνώστες

Αρχειοθήκη ιστολογίου