30 χρόνια μετά την πρώτη της βόλτα στα χωριά της Πάφου, η Περιοδεύουσα Βιβλιοθήκη, ένας θεσμός που σημάδεψε τις δεκαετίες του 70’ και του 80’ την Κύπρο, ζωντανεύει ξανά μέσα από τις μνήμες του οδηγού της Γιώργου Στρόππου.
Από τον Δημήτρη Τοκαρή
Όταν οδηγώ σκέφτομαι και όταν σκέφτομαι χάνομαι! Κάπως έτσι, προσπαθώντας να βρεθώ σε ένα Flea Market στο Καϊμακλί την περασμένη βδομάδα, βρέθηκα χωρίς να το καταλάβω σ’ ένα χώρο που θύμιζε κάτι ανάμεσα σε Δημοτική Αγορά και Νεκροταφείο Αυτοκινήτων.
Σκέτος παράδεισος νοσταλγίας για κάποιον που του αρέσουν τα παλαιά αντικείμενα και τα αυτοκίνητα αντίκες. Κάνω μια μικρή περιδιάβαση όταν ξαφνικά βλέπω μπροστά μου το απόλυτο όχημα που στιγμάτισε την παιδική μου ηλικία, περισσότερο ακόμη κι από το αυτοκίνητο με τα παγωτά και την χαρακτηριστική μουσική: Μια Περιοδεύουσα Βιβλιοθήκη, μαντρωμένη πίσω από ένα σκουριασμένο μεταλλικό φράκτη, γκριζαρισμένη, από την για πολλά χρόνια εγκατάλειψη, βουβή και με χορταριασμένους τους τροχούς.
Ψάχναμε για βιβλία στα ράφια ενός μεγάλου παράξενου αυτοκίνητου που έγραφε στο πλάι με μεγάλα κεφαλαία γράμματα «ΠΕΡΙΟΔΕΥΟΥΣΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ».
Παρά τον ξεπεσμό από την εποχή της δόξας της, μισό αιώνα προηγουμένως, διατηρούσε ακόμη ένα στυλ αριστοκρατικό. Μου θύμισε υπερήλικη γριά που αναπολούσε την εποχή που υπήρξε περιζήτητη καλλονή. Ο πανδαμάτωρ χρόνος, λυγίζει ακόμη και τα σίδερα. Πλησίασα για να την περιεργαστώ και φυσικά δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό να ποστάρω μια φωτογραφία στο Facebook. Ξαφνικά έγινε ένας μικρός χαμός από σχόλια, μηνύματα και κοινοποιήσεις, κάτι που με έκανε να αντιληφθώ πως αυτή η ιδιόμορφη βιβλιοθήκη με τροχούς είχε σημαδέψει την παιδική ηλικία πολλών, ειδικά μαθητών της υπαίθρου.
Δύο μέρες μετά παίρνω ένα τηλεφώνημα από τον Πανίκο Καραβέλλα, ο οποίος αναγνώρισε τη συγκεκριμένη Βιβλιοθήκη, αφού υπήρξε και ο ίδιος οδηγός μιας τέτοιας τη δεκαετία του 80. Μέσα από τη συνομιλία μας μαθαίνω πως αυτή που φωτογράφισα, περιόδευε στην επαρχία Πάφου από τη δεκαετία του 70, και πως ο οδηγός της, ήταν ο Γιώργος Στρόππος.
Χωρίς να χάσω καιρό τον εντοπίζω και του ζητάω να κάνουμε μια κουβέντα για εκείνα τα χρόνια. Εμφανώς συγκινημένος, μας διηγήθηκε τα πάντα για την εποχή που τα πιτσιρίκια, αλλά και αρκετοί πιο μεγάλοι, ψάχναμε για βιβλία στα ράφια ενός μεγάλου παράξενου αυτοκίνητου που έγραφε στο πλάι με μεγάλα κεφαλαία γράμματα «ΠΕΡΙΟΔΕΥΟΥΣΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ».
Πότε ξεκίνησε, Γιώργο, αυτός ο θεσμός που τόσο πολύ αγαπήθηκε;
Η ιδέα μιας αυτοκινούμενης Βιβλιοθήκης που θα περιόδευε στα χωριά της Κύπρου συζητήθηκε για πρώτη φορά λίγο μετά την Ανεξαρτησία της Κύπρου και συγκεκριμένα το 1963. Λίγα χρόνια μετά, το 1970, το πρώτο τέτοιο όχημα ξεκινά δρομολόγια στη Λευκωσία και γράφει ιστορία γνωρίζοντας ενθουσιώδη υποδοχή, που είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή εφαρμογή του θεσμού και στις υπόλοιπες επαρχίες.
Προσωπικά ξεκίνησα σαν οδηγός Βιβλιοθήκης, και μάλιστα στο όχημα που έχετε φωτογραφήσει, το 1988 στην επαρχία Πάφου. Υπήρχε πρόγραμμα με τα δρομολόγια, ώστε η κάθε κοινότητα να ξέρει ποια μέρα και ώρα θα πηγαίναμε κοντά τους. Περιοδεύαμε από Τρίτη μέχρι Παρασκευή και τη Δευτέρα την αφιερώναμε σε «συστάρισμα» των βιβλίων και την απαραίτητη προεργασία. Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσαμε στην αρχή ήταν οι στενοί και ακατάλληλοι δρόμοι, ειδικά όταν είχαμε να οδηγήσουμε ένα τόσο βαρύ και τεράστιο αυτοκίνητο. Στην πορεία, με τη βελτίωση του οδικού δικτύου στην ύπαιθρο, η πρόσβαση στις κοινότητες έγινε πιο εύκολη.
Ποια τα συναισθήματά σου βλέποντας το αυτοκίνητο στο οποίο πέρασες τόσα χρόνια της ζωής σου –και στο οποίο μπήκαν χιλιάδες παιδιά διψασμένα για διάβασμα- να βρίσκεται πλέον παρατημένο σε ένα χωράφι;
Θλίψη και συνάμα νοσταλγία, επειδή, όπως είπες, αυτό δεν ήταν ένα συνηθισμένο όχημα. Για μένα ήταν η δουλειά μου, το γραφείο μου, η καθημερινότητά μου. Πέρασα σε αυτό το γιγαντιαίο αυτοκίνητο αμέτρητες ώρες της ζωής μου και φυσικά η συναναστροφή με κόσμο που αγαπούσε τόσο πολύ το διάβασμα ήταν συγκινητική.
Αυτή η ιδιόμορφη βιβλιοθήκη με τροχούς είχε σημαδέψει την παιδική ηλικία πολλών, ειδικά μαθητών της υπαίθρου.
Ποιες ηλικίες αποτελούσαν τους πιο συχνούς επισκέπτες;
Θα έλεγα οι μαθητές, από την Τρίτη Δημοτικού μέχρι Γυμνάσιο και οι συνταξιούχοι που είχαν πολύ χρόνο για διάβασμα αλλά όχι την οικονομική δυνατότητα να αγοράζουν βιβλία τακτικά.
Πόσα βιβλία μπορούσε να κουβαλήσει μια Περιοδεύουσα Βιβλιοθήκη και τι περιεχομένου;
Μεταφέραμε περίπου 7000 βιβλία, από μυθιστορήματα, ελληνικά και ξένα, μέχρι βιβλία με συμβουλές για τους γεωργούς. Είχαμε φυσικά και πολλά βιβλία Γεωγραφίας, Ιστορίας, Χημείας, Μαθηματικών, ακόμη και επιστημονικής φαντασίας ενώ τα ανανεώναμε όσο μπορούσαμε κάθε μήνα.
Πότε σταμάτησε ο θεσμός στην Πάφο και γιατί;
Το 2006 και οι λόγοι ήταν πολλοί, με κυριότερους την αστυφιλία και την εξάπλωση του διαδικτύου, ενώ ρόλο έπαιξε και η επιθυμία των μεγάλων χωριών να αποκτήσουν ιδιόκτητες κοινοτικές βιβλιοθήκες.
Τι όμορφο κρατάς από εκείνα τα χρόνια;
Το ότι γνώρισα πολλά χωριά της επαρχίας Πάφου και ήρθα σε επαφή με πολύ αγνούς, φιλόξενους και αυθεντικούς ανθρώπους. Ακόμη και σήμερα συναντώ άτομα που με χαιρετούν στο δρόμο λέγοντάς μου πως με θυμούνται από τον καιρό που ήταν μαθητές και τακτικοί επισκέπτες της Περιοδεύουσας Βιβλιοθήκης.
Θυμάσαι κάποιο ευτράπελο περιστατικό που θα μπορούσες να μοιρασθείς μαζί μας;
Λίγο πριν το οριστικό τέλος του θεσμού, στο χωριό Κινούσα, είχε απομείνει μόνο ένας αναγνώστης της βιβλιοθήκης, ο κύριος Ανδρέας, που ζούσε μόνος σε ένα μικρό λυόμενο σπιτάκι. Μια μέρα δεν ήλθε στην πλατεία του χωριού και στην επιστροφή τον συνάντησα στο δρόμο, καβάλα σε ένα γαϊδουράκι. Όπως μου εξήγησε, χάλασε το αυτοκίνητό του και πήρε το γαϊδουράκι για να με προλάβει.
Ευχαρίστησα τον κύριο Γιώργο για όσα μοιράστηκε μαζί μας και δεν σας κρύβω πως ταξίδεψα κι εγώ νοερά σε εκείνα τα χρόνια της αθωότητας, τότε που το να κρατάς βιβλίο στα χέρια ήταν κάτι μαγικό, ειδικά όταν το έπαιρνες από το ράφι μιας Περιοδεύουσας Βιβλιοθήκης. Όσο για το χορταριασμένο όχημα στο χωράφι που έγινε αφορμή για αυτή τη συνέντευξη; Θα ήταν πολύ όμορφο αν βρεθεί κάποιος να το συντηρήσει και να το εκθέσει σ’ ένα πιο ταιριαστό χώρο, γιατί χωρίς υπερβολή αποτελεί κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας.