Ανοικτή επιστολή Αναπλ. Καθ. Παν. Κύπρου, Αντώνη Τσακμάκη, πρώην Προέδρου Συμβουλευτικής Επιτροπής Κυπριακής Βιβλιοθήκης (2009-2012)
Η έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφορικά με τη στέγαση και τη λειτουργία της Κυπριακής Βιβλιοθήκης (28.2.2014) φέρνει στην επιφάνεια δύο σημαντικές εκκρεμότητες της εθνικής μας βιβλιοθήκης, το στεγαστικό πρόβλημα και την ανεπάρκεια του θεσμικού πλαισίου. Ορθά είναι τα συμπεράσματα της Επιτρόπου α) ότι η Βιβλιοθήκη απέχει από την εκπλήρωση και αυτών ακόμη των στόχων που το σημερινό νομοθετικό πλαίσιο περιγράφει, και β) ότι η ρίζα του κακού βρίσκεται στην πολιτική αδιαφορία, που αντανακλά – θα συμπλήρωνα – τις προτεραιότητες και τους προσανατολισμούς ολόκληρης της κοινωνίας. Εμμέσως υποδηλώνεται, και αξίζει να τονισθεί ακόμη περισσότερο, ότι η υποβάθμιση του θεσμού της κρατικής μας βιβλιοθήκης μας καθιστά ουραγούς όχι μόνο στο ευρωπαϊκό αλλά και στο παγκόσμιο περιβάλλον!
Ατυχώς οι συντάκτες της έκθεσης φαίνεται να αγνοούν μια μείζονα ακόμη εκκρεμότητα: την παράλειψη διορισμού – επί δύο σχεδόν έτη – Συμβουλευτικής Επιτροπής, οργάνου που προβλέπεται από το νόμο, κατ’ εξοχήν αρμόδιου να συμβάλλει στη χάραξη στρατηγικής και στη διατύπωση εισηγήσεων προς τη διεύθυνση της Βιβλιοθήκης και τον Υπουργό για όλα τα σημαντικά θέματα της Βιβλιοθήκης. Φαίνεται επίσης ότι οι συντάκτες της έκθεσης δεν διαθέτουν την αναγκαία πληροφόρηση αναφορικά με τα πεπραγμένα της προηγούμενης Επιτροπής, η (τριετής) θητεία της οποίας έληξε τον Μάιο του 2012, αν και δηλώνουν ότι επικοινώνησαν με αρμοδίους προκειμένου να ενημερωθούν. Μάλιστα εντοπίζεται υποψία παραπληροφόρησης στην παρατήρηση ότι «η τότε Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμαζε νέο νομοσχέδιο για αλλαγή του καθεστώτος της Βιβλιοθήκης και ανεξαρτητοποίησής της από τη Δημόσια Υπηρεσία, το οποίο αναμενόταν να υποβληθεί στον Υπουργό μέχρι το τέλος του έτους (2012). Ούτε κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν έχει μέχρι σήμερα υλοποιηθεί».
Έχοντας διατελέσει Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής από το 2009 ως το 2012 οφείλω να κάνω γνωστό και δημοσίως ότι η Επιτροπή είχε υποβάλει ήδη από τις 23.11.2011 στον τότε Υπουργό ολοκληρωμένη πρόταση νόμου στην οποία προβλέπεται μεταξύ άλλων η μετατροπή της Βιβλιοθήκης σε Οργανισμό, ενώ ως σήμερα υπάγεται στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Ήδη από τις 27.9.2011 είχε ενημερωθεί επίσημα για την πορεία του θέματος και η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής (κατά τη συζήτηση των Κανονισμών της Βιβλιοθήκης).
Τα άλλα δύο θέματα που απασχόλησαν κατά προτεραιότητα τη Συμβουλευτική Επιτροπή της Κυπριακής Βιβλιοθήκης ήταν η προώθηση του Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης της Κυπριακής Βιβλιοθήκης και το πρόβλημα της στέγασης. Για το πρώτο θέμα ούτε οι επιστολές μας προς τον τότε Υπουργό ούτε το έντονο ενδιαφέρον που εξεδήλωσε η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής έφεραν συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την τελευταία πληροφόρηση που είχαμε το θέμα παρέμενε για μελέτη στο Υπουργείο Οικονομικών μέχρι τη λήξη της θητείας μας.
Ως προς την εξεύρεση στέγης (και σε συνέχεια του ιστορικού που εκτίθεται λεπτομερώς στην έκθεση της Επιτρόπου) η Επιτροπή μας αφού εξέφρασε ομοφώνως τη συναίνεσή της στην άποψη του τότε Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Προέδρου της Κριτικής Επιτροπής για τη μελέτη ανάπλασης του παλαιού ΓΣΠ ότι εκείνος ο χώρος (παλαιό ΓΣΠ) δεν ήταν ο ενδεδειγμένος, συζήτησε μαζί του εκτενώς τη δυνατότητα διάθεσης χώρου για την ανέγερση κτιρίου που να ικανοποιεί τις ανάγκες της Βιβλιοθήκης σύμφωνα με το υπάρχον στεγαστικό της πρόγραμμα. Αν και διεφάνη συμφωνία για συγκεκριμένο χώρο σε προνομιακή περιοχή της πόλης, οι σχετικές επαφές δεν ολοκληρώθηκαν παρά τις δικές μας επανειλημμένες προσπάθειες.
Ο λόγος που απέτρεψε διαδοχικές κυβερνήσεις από το διορισμό νέας επιτροπής φαίνεται να μην είναι μόνο η αποτροπή της «απώλειας» ενός ιδρύματος από τον άμεσο κρατικό έλεγχο, σε περίπτωση που και η νέα επιτροπή υιοθετούσε την πρότασή μας. Έχει να κάνει και με τον τρόπο άσκησης αυτού του ελέγχου. Οφείλουμε επομένως να δώσουμε λίγα στοιχεία για την προώθηση από το Υπουργείο και την ψήφιση από τη Βουλή Σχεδίου Υπηρεσίας του Διευθυντή της Βιβλιοθήκης χωρίς να έχει ενημερωθεί και τοποθετηθεί η Επιτροπή, όπως ο νόμος ρητά επιτάσσει. Η Επιτροπή έλαβε επισήμως γνώση του εν λόγω Σχεδίου Υπηρεσίας μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 11.11.2011. Η Επιτροπή προέβη στις αναγκαίες παραστάσεις προς τον τότε Υπουργό (23.11.12), η απάντηση του οποίου ουδόλως μας ικανοποίησε, και επανήλθαμε με επιστολές προς τον Υπουργό και την Επιτροπή Παιδείας της Βουλής (9.3.12), όπου εκθέταμε λεπτομερώς πέρα από το μη σύννομο της διαδικασίας και λόγους ουσίας που θεμελίωναν την πλήρη διαφωνία μας με το εγκριθέν Σχέδιο Υπηρεσίας. Ακολούθησε απόλυτη σιγή (και αναμονή εκπνοής της θητείας μας). Ως προς τη συνέχεια, οι επιλογές, προφανώς, ήταν δύο, αν βέβαια δεχθούμε ότι καμία επιτροπή δεν θα μπορούσε να δεχθεί ούτε τον παραγκωνισμό της, ούτε το περιεχόμενο του Σχεδίου Υπηρεσίας, ούτε όμως και την συνεχιζόμενη υπαγωγή της Κρατικής Βιβλιοθήκης στην κρατική γραφειοκρατία: είτε ο διορισμός μιας απόλυτα ελεγχόμενης και εξαρτημένης Συμβουλευτικής Επιτροπής, είτε η ολοσχερής παράλειψη διορισμού νέας Επιτροπής. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους – εκτός κι αν η εξήγηση είναι απλούστερη και σχετίζεται με την πολλαπλώς τεκμηριωμένη κρατική αδιαφορία για την Κυπριακή Βιβλιοθήκη· αδιαφορία που αποδεικνύεται ισχυρότερη από το νόμο, το καλό του τόπου και τη λογική. Ελπίζω ο νέος Υπουργός να πράξει τα αυτονόητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου